[Ο Γεώργιος Σ. Φραγκούδης (1869-1939), γεννήθηκε στη Λεμεσό, σπούδασε νομικά και είχε έντονη πολιτική, δημοσιογραφική και κοινωνική δραστηριότητα, κυρίως στην Αθήνα, κατά την περίοδο 1898-1937. Συγγραφέας και δημοσιολόγος, το 1930 ίδρυσε την Πάντειο Σχολή, της οποίας υπήρξε ο πρώτος διευθυντής. (Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι από το αυτοβιογραφικό σημείωμά του “Οι Αγώνες μου”, που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Ιστορία και Γενεαλογία της μεγάλης οικογένειας Φραγκούδη και των συγγενικών οικογενειών (Αθήναι 1939)].
“Δεν φρονώ ότι πέρασα κακά τη ζωή μου. Υπήρξα ο μεγαλύτερος Έλλην ταξιδιώτης, πεζοπόρος και περιηγητής.
Η ζωή μού έδωκε όλες τις χαρές της. Χάρηκα τη δόξα του λόγου και του πλήθους τον θαυμασμόν.
Στους αγώνες μου υπήρξα πάντα αισιόδοξος με στιγμές απαισιοδοξίας, και καταπτώσεως. Πολλές φορές μου ήρθε να τα πετάξω όλα και να ησυχάσω σε μια γωνιά της πατρίδας, μα η λιποψυχία λίγες φορές με κατανίκησε. Βασανίζομαι όλη τη νύκτα μεταξύ ελπίδας και απελπισίας, μα το πρωί πάντα χαιρετίζω τον ήλιο που ανατέλλει γεμάτος ενθουσιασμό. Μου αρκεί λίγη μουσική, η ανάγνωσις ενός καλού βιβλίου, ή από τον βίον ενός μεγάλου ανδρός για ν’ αναπτερώσει τις δυνάμεις μου και να μου δώσει θάρρος στον αγώνα της ζωής. Μπορεί η ζωή να είναι μάταιη, ο σκοπός της ζωής βρίσκεται στον αγώνα και στον προορισμό που τάσσει κάθε άνθρωπος στον εαυτό του, ή όπου η φύσις τον τάσσει.
Ποιά υπήρξε η κύρια γραμμή και η ιδέα που οδηγούσε τη ζωή μου; Η θυσία μου για το καλό του Έθνους, η προσπάθειά μου για την Μεγάλην Ελλάδα. Εις όλους τους λόγους, εις όλα τα γραφόμενά μου η αυτή βασιλεύει ιδέα, πώς θα συντελούσα με το κήρυγμά μου στην αναγέννηση της φυλής, στην οργάνωση της Ελλάδος σε Πολιτείαν ευνομουμένην. Αν αποτυχία μου είναι πως δεν κατόρθωσα να επιβάλω το πρόσωπο και τις αρχές μου, αυτό μπορεί να μην είναι δική μου αποτυχία, αλλά του έθνους μου. Και αυτή είναι η συμφορά.
Δεν υπήρξα μικροφιλόδοξος. Η φιλοδοξία μου υπήρξεν απέραντη, αντίθετη προς την αντίληψη που έχουν οι Ρωμιοί για τη δόξα. Αν έχω τώρα τη φιλοδοξία της υστεροφημίας, αυτό το θέλω για το Έθνος μου, για να μη πουν πως δεν υπήρξε ούτε ένας Ρωμιός που να μη τα σκέφθηκε και που να μη τα ’γραψε και που να μη τα είπε, αυτά που έγραψα και σκέφθηκα εγώ για όλα τα εθνικά μας πράγματα. Αν και ξέρω πολλά και από όλα, ένα πράγμα ξέρω καλύτερα απ’ όλα, ότι δεν ξέρω τίποτα. Σ’ ότι θέλω να κάμω, ακούω και ρωτώ όλους και η ικανότητά μου είναι ότι κατόπιν ξέρω να δίνω την καλύτερη λύση”.